- Παρμενίωνα
- Παρμενίωνmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Άτταλος — I Όνομα τριών βασιλιάδων της Περγάμου. 1. Ά. Α’ ο Σωτήρ (269 197 π.Χ.). Ο πρώτος βασιλιάς του ελληνιστικού αυτού κράτους (241 197). Η νίκη του εναντίον των Γαλατών υπήρξε η μεγάλη δόξα του. Χάρη στη διπλωματία και στις στρατηγικές του ικανότητες … Dictionary of Greek
Τράλλεις — Πόλη της Λυδίας. Η ακρόπολή και τα τείχη της ήταν κτίσματα των Θρακών και Τραλλίων, από τους οποίους και πήρε την ονομασία της. Στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου παραδόθηκε μαζί με τη Μαγνησία, και κυριεύτηκε από τον Παρμενίωνα (333 π.Χ.).… … Dictionary of Greek
αμφότερος — (4ος αι. π.Χ.). Αξιωματικός του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο Αλέξανδρος τον έστειλε στον Παρμενίωνα με εντολή να συλλάβει και να φυλακίσει τον συνωμότη Αλέξανδρο τον Λυγκηστή. Αργότερα συγκρότησε, μαζί με τον Ηγέλοχο, στόλο στην Προποντίδα και νίκησαν… … Dictionary of Greek
μέμνων — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν βασιλιάς της Αιθιοπίας, γιος του Τιθωνού και της Ηούς. Την περίοδο του Τρωικού πολέμου προσέφερε βοήθεια στον θείο του Πρίαμο (αδερφός του Τιθωνού από τον Λαομέδοντα). Σύμφωνα με τη Μικρή Ιλιάδα … Dictionary of Greek
φίλιππος — I Όνομα 5 βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Φ. A’. Γιος του Αργαίου και πατέρας του Αερόπου, τρίτος ή έκτος βασιλιάς της Μακεδονίας. Βασίλεψε από το 621 έως το 588 π.Χ., και έπεσε πολεμώντας εναντίον των Ιλλυριών. 2. Φ. B’. Πατέρας του Μεγάλου… … Dictionary of Greek
Αλέξανδρος ο Μέγας — (Πέλλα 356 – Βαβυλώνα 323 π.Χ.). Βασιλιάς της Μακεδονίας (336–323), γιος του Φιλίππου B’ και της Ολυμπιάδας, κόρης του βασιλιά των Μολοσσών της Ηπείρου Νεοπτολέμου. Προικισμένος με σπάνια σωματική αντοχή και δύναμη (που του επέτρεψε να γυμνάσει… … Dictionary of Greek
Άσανδρος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Μακεδόνας στρατηγός (4ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Φιλώτα και αδελφός του στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου Παρμενίωνα, που διορίστηκε το 334 π.Χ. σατράπης της Λυδίας. Το 331 π.Χ. αντικαταστάθηκε από τον Μένανδρο,… … Dictionary of Greek
Γαυγάμηλα — Αρχαία πόλη της Ασσυρίας, στο σημερινό Ιράκ, Α του Τίγρη ποταμού και Δ του παραποτάμου του Μεγάλου Ζάβα (αρχαίου Λύκου). Κατά τον Αρριανό, απείχε από τα αρχαία Άρβηλα (σημερινό Ερμπίλ) εξακόσια στάδια, δηλαδή περίπου 110 χλμ. Κατά τον γεωγράφο… … Dictionary of Greek
Γρύνειον ή Γρύνεια ή Γρύνιον — Αρχαία αιολική πόλη, που κυριεύτηκε και εξανδραποδίστηκε επί Μεγάλου Αλεξάνδρου από τον στρατηγό Παρμενίωνα. Από τότε έχασε την αυτονομία της οριστικά και έγινε κωμόπολη υπόδουλη στους Μυριναίους. Το τοπικό μαντείο του Απόλλωνα ήταν περίφημο κατά … Dictionary of Greek
Κλέανδρος — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Τύραννος της Γέλας (; – 498; π.Χ.). Κυβέρνησε μεταξύ 505 και 498 π.Χ. Σκοτώθηκε από τον Σάβυλλο. 2. Διοικητής της πόλης του Βυζαντίου (τέλη 5ου αι. π.Χ.). Καταγόταν από τη Σπάρτη. Η περίοδος της… … Dictionary of Greek